Opinions

Μεταρρυθμίζοντας την ΕΕ: Μια πρόταση για άμεση εκλογή του Προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής

Δημήτρης Κανδηλάπτης Δημήτρης Κανδηλάπτης
Μεταρρυθμίζοντας την ΕΕ: Μια πρόταση για άμεση εκλογή του Προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής
Η έλλειψη οποιασδήποτε κυρίαρχης επιρροής του/της Προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής έναντι των εθνικών κυβερνήσεων ήταν εμφανής κατά τη διάρκεια των κρίσεων που αντιμετώπισε η ΕΕ τα τελευταία 15 χρόνια.

Εισαγωγή

Το δημοκρατικό έλλειμμα στην Ευρωπαϊκή Ένωση έχει αποτελέσει σημαντικό θέμα συζήτησης μεταξύ μελετητών των ευρωπαϊκών σπουδών. Το παρόν άρθρο θίγει το ζήτημα προτείνοντας ένα συγκεκριμένο μέτρο για την ενίσχυση των δημοκρατικών διαπιστευτηρίων της ΕΕ: την άμεση εκλογή του/της Προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής από το εκλογικό σώμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Μια τέτοια αλλαγή θα μπορούσε να καταστήσει τη διακυβέρνηση της ΕΕ πιο ελκυστική και δημοκρατική, αφού αυτή η μεταρρύθμιση στοχεύει στο να γεφυρώσει το χάσμα μεταξύ των οργάνων της ΕΕ και των πολιτών που αυτά υπηρετούν, ενισχύοντας τη λογοδοσία και τη νομιμότητα στις λειτουργίες της Ένωσης.

Δεδομένης της έγκρισης της δεύτερης θητείας της Ούρσουλας φον ντερ Λάιεν ως Προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και του συνεχιζόμενου σχετικού διαλόγου, το παρόν άρθρο είναι επίκαιρο, καθώς υποστηρίζει την αλλαγή αυτής της διαδικασίας.

Προβλήματα της τρέχουσας διαδικασίας επιλογής

Υπάρχουν δύο βασικά προβλήματα σχετικά με τη θέση του/της Προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, όπως αυτή καθορίζεται επί του παρόντος. Το πρώτο πρόβλημα αφορά τη νομιμοποίηση της διαδικασίας επιλογής, ενώ το δεύτερο έχει να κάνει με τις πρακτικές δυσκολίες που αντιμετωπίζει ο/η Πρόεδρος προκειμένου να καταστεί κυρίαρχος δρων στη διαδικασία λήψης αποφάσεων.

Σε ό,τι αφορά το πρώτο ζήτημα, το επιχείρημα ότι η νομιμοποίηση του/της Προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής διασφαλίζεται από την τρέχουσα διαδικασία επιλογής από εκλεγμένους ηγέτες στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο και από την επακόλουθη έγκριση από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο εμφανίζει ορισμένες σημαντικές αδυναμίες. Δεν υπήρξε ποτέ περίπτωση κατά την οποία το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο να απέρριψε τον/την προτεινόμενο/η από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο υποψήφιο/α για την προεδρία. Αυτό σημαίνει ότι το μοναδικό θεσμικό όργανο του οποίου τα μέλη εκλέγονται απευθείας από τους πολίτες, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, έχει ως μόνη αρμοδιότητα να εξετάσει τον/την υποψήφιο/α και έχει περιορισμένη επιρροή στη διαδικασία επιλογής, η οποία διεξάγεται κεκλεισμένων των θυρών μεταξύ των ηγετών των κρατών-μελών. Αυτή η έλλειψη διαφάνειας μπορεί να μειώσει την εμπιστοσύνη των πολιτών, καθώς το ευρύτερο εκλογικό σώμα έχει περιορισμένη εικόνα για τον τρόπο επιλογής του/της υποψηφίου.

Παρά την πρωτοβουλία της Συνθήκης της Λισαβόνας να συνδέσει την εκλογή του/της Προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής με τις εκλογές του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου μέσω του θεσμού του «Κορυφαίου Υποψηφίου» (Spitzenkandidat), η διαδικασία του 2019 απέδειξε ότι δεν είναι δεσμευτική, καθώς η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν επελέγη χωρίς να είναι Spitzenkandidatin. Επιπλέον, μετά το διορισμό του/της, ο/η Πρόεδρος της Κομισιόν ενδέχεται να είναι περισσότερο υπόλογος/η στις εθνικές κυβερνήσεις παρά στους πολίτες της ΕΕ. Κι αυτό γιατί ο διορισμός προϋποθέτει πολλές διαπραγματεύσεις μεταξύ των κρατών-μελών, συνεπώς ο/η Πρόεδρος θα μπορούσε να καταλήξει να δίνει προτεραιότητα στις ανάγκες των ηγετών αυτών των κρατών έναντι των αναγκών των Ευρωπαίων πολιτών.

Σε ό,τι αφορά τις πρακτικές επιπτώσεις, οι διαφορετικές προτεραιότητες, προτιμήσεις και στρατηγικές μεταξύ των κρατών-μελών της ΕΕ δεν επιτρέπουν στην Ένωση να έχει ενιαία φωνή στη λήψη αποφάσεων. Το ζήτημα αυτό γίνεται όλο και πιο σημαντικό όσο η ΕΕ συνεχίζει να διευρύνεται, με 10 υποψήφιες χώρες να επιδιώκουν την ένταξή τους. Η αύξηση των μελών της ΕΕ ενέχει μια αντίφαση, καθώς, ενώ ενισχύει την ΕΕ, καθιστά επίσης πιο δύσκολη την επίτευξη ομοφωνίας στη λήψη αποφάσεων. Ωστόσο, αν η Ευρωπαϊκή Ένωση είχε έναν ηγέτη που θα εκλεγόταν απευθείας από τους πολίτες της, θα μπορούσε να αλλάξει ριζικά τη δυναμική της λήψης αποφάσεων στο εσωτερικό του μπλοκ. Μια τέτοια ηγεσία θα είχε ισχυρότερη δημοκρατική εντολή και μεγαλύτερη πολιτική νομιμοποίηση, γεγονός που θα της επέτρεπε να εκπροσωπεί καλύτερα τα συμφέροντα των πολιτών της ΕΕ και της Ένωσης ως ενιαίας και συμπαγούς οντότητας. Ταυτόχρονα, η εκλογή του/της Προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής απευθείας από τους πολίτες θα διασφάλιζε ότι οι αποφάσεις δεν θα αντανακλούσαν μόνο τη βούληση των λίγων ισχυρών κρατών-μελών, όπως συμβαίνει συνήθως.

Η έλλειψη οποιασδήποτε κυρίαρχης επιρροής του/της Προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής έναντι των εθνικών κυβερνήσεων ήταν εμφανής κατά τη διάρκεια των κρίσεων που αντιμετώπισε η ΕΕ τα τελευταία 15 χρόνια. Στην κρίση του ευρώ, παρά τις προσπάθειες της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας να εμφανιστεί ως η σωτήρας του νομίσματος με το λεγόμενο «Draghi effect», ήταν τα κράτη-μέλη αυτά που αρχικά συμφώνησαν στις μεταρρυθμίσεις, και οι διαπραγματεύσεις μεταξύ των διακυβερνητικών φορέων συνεχίστηκαν καθ’ όλη τη διάρκεια της ευρωκρίσης (Leino & Salminen 2012- Smeets & Beach, 2020). Παρομοίως, η κρίση του COVID-19 και οι συνέπειες του ρωσο-ουκρανικού πολέμου αντιμετωπίστηκαν με αποφάσεις που έλαβαν οι ηγέτες των κρατών-μελών.

Πρόταση για την άμεση εκλογή Προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής

Το άρθρο αυτό και η πλειοψηφία όσων προτείνουν αυτή την αλλαγή δεν αγνοούν τις προκλήσεις της. Αναγνωρίζεται ότι η μεταρρύθμιση προς μια δημοκρατική επιλογή για την εκλογή Προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής αντιμετωπίζει πολλά εμπόδια, όπως η ανάγκη τροποποίησης των Συνθηκών και η απροθυμία των κυβερνήσεων να εκχωρήσουν κυριαρχικά δικαιώματα. Ωστόσο, στις δημοκρατίες οι κοινωνίες πρέπει να ακούγονται, και οι Ευρωπαίοι πολίτες εξέφρασαν την επιθυμία να συμμετάσχουν στη συγκεκριμένη διαδικασία (Politico, 2022), απαιτώντας γενικότερα πιο ουσιαστική δημοκρατική συμμετοχή (Εurobarometer, 2021). Λαμβάνοντας υπόψη αυτούς τους παράγοντες, το παρόν άρθρο προτείνει ένα μετριοπαθές σχέδιο δύο βημάτων για την απευθείας εκλογή του/της Προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.

Το πρώτο βήμα είναι η καθιέρωση προκριματικών εκλογών εντός των ευρωπαϊκών κομμάτων για τους Spitzenkandidaten. Τουλάχιστον 18 μήνες πριν από τις ευρωπαϊκές εκλογές, οι υποψήφιοι Spitzenkandidaten από κάθε ευρωπαϊκό κόμμα θα πρέπει να ανακοινώσουν την απόφασή τους να θέσουν υποψηφιότητα. Στη συνέχεια, οι πολίτες που είναι μέλη των εθνικών κομμάτων που συνδέονται με κάθε ευρωπαϊκό κόμμα θα πρέπει να έχουν την ευκαιρία να επιλέξουν τον/την υποψήφιο/α της προτίμησής τους, προκειμένου να εκλεγούν οι Spitzenkandidaten των ευρωπαϊκών κομμάτων. Στην πολιτική επιστήμη έχει υποστηριχθεί ότι οι προκριματικές εκλογές μπορούν να έχουν πολλαπλά οφέλη. Η υπόθεση του «προκριματικού μπόνους» υποστηρίζει ότι οι υποψήφιοι/ες που επιλέγονται στις προκριματικές εκλογές είναι ισχυρότεροι/ες, λόγω του ότι η εκλογή τους διασφαλίζει δημοκρατική νομιμοποίηση, ευρεία λαϊκή απήχηση και ταυτόχρονα συναίνεση (Carey & Polga-Hecimovich, 2006). Αυτή η μεταρρύθμιση απαιτεί την ύπαρξη ισχυρών οργανωτικών ικανοτήτων στα ευρωπαϊκά κόμματα. Στη συνέχεια, την ημέρα των ευρωεκλογών, ψηφίζοντας το εθνικό κόμμα το οποίο είναι συνδεδεμένο με το αντίστοιχο ευρωπαϊκό, οι πολίτες θα ψηφίζουν αυτόματα τον/την Spitzenkandidat/in αυτού του κόμματος για την προεδρία της Κομισιόν.

Το δεύτερο στοιχείο αυτής της πρότασης είναι ο δεσμευτικός χαρακτήρας της επιλογής των Spitzenkandidaten. Η νίκη ενός ευρωπαϊκού κόμματος στις ευρωεκλογές πρέπει να έχει ως άμεσο αποτέλεσμα την αυτόματη επιλογή του/της υποψήφιου/ας Spitzenkandidat/in του κόμματος αυτού ως Προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο δεν θα πρέπει να έχει την εξουσία να αλλάξει αυτόν/ή τον/την υποψήφιο/α. Ωστόσο, η υλοποίηση αυτής της μεταρρύθμισης απαιτεί τροποποίηση της Ευρωπαϊκής Συνθήκης.

Συμπέρασμα

Η αύξηση της συμμετοχής των πολιτών της ΕΕ στην καθημερινή ζωή και στις διαδικασίες της Ένωσης αποτελούσε ανέκαθεν σημαντικό διακύβευμα. Στο επίκεντρο αυτής της συζήτησης βρίσκεται η άμεση εκλογή Προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Η υλοποίηση της πρότασης που περιγράφεται στο παρόν άρθρο προσφέρει μια σημαντική ευκαιρία στους πολίτες της ΕΕ να ψηφίσουν για Πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής δύο φορές: πρώτον, μέσω των προκριματικών εκλογών στα ευρωπαϊκά κόμματα για τους Spitzenkandidaten και, δεύτερον, μέσω των ευρωεκλογών, επιλέγοντας το ευρωπαϊκό κόμμα της προτίμησής τους. Αυτή η διαδικασία των δύο σταδίων δεν ενισχύει μόνο τη δημοκρατική συμμετοχή αλλά στοχεύει επίσης στην αντιμετώπιση του δημοκρατικού ελλείμματος εντός της ΕΕ. Επιτρέποντας στους πολίτες να επηρεάσουν άμεσα την επιλογή Προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, η μεταρρύθμιση αυτή παρέχει την προοπτική μεγαλύτερης λογοδοσίας και νομιμοποίησης, γεφυρώνοντας το χάσμα μεταξύ των θεσμικών οργάνων της ΕΕ και του εκλογικού σώματος.

(Ο Δημήτρης Κανδηλάπτης είναι πολιτικός επιστήμονας, MSc Ευρωπαϊκή Διακυβέρνηση, Πανεπιστήμιο της Ουτρέχτης, MA Πολιτική & Δημόσια Διοίκηση, Πανεπιστήμιο της Κωνστάντζας – Ανάλυση στο Ινστιτούτο ΕΝΑ)