Επιστήμη

Πληθαίνουν οι φωνές που ζητούν «αποχρωματισμό» της επιστήμης από κάθε αποικιοκρατικό ίχνος

Πληθαίνουν οι φωνές που ζητούν «αποχρωματισμό» της επιστήμης από κάθε αποικιοκρατικό ίχνος Φωτογραφία: Βασιλική Μιχοπούλου
Το Science αυτής της εβδομάδας σε ένα άρθρο ξαναφέρνει στο προσκήνιο την «αποικιακή κληρονομιά» της δυτικής επιστήμης, αναδεικνύοντας την ανάγκη επαναχάραξης της ερευνητικής διαδικασίας απαλλαγμένης από αποικιακές επιρροές

Η επιστήμη στη Δύση όπως τη ξέρουμε δηλαδή, η δοκιμή ερευνητικών υποθέσεων και η συγγραφή ερευνητικών εργασιών έχει τις ρίζες της στον Διαφωτισμό της Ευρώπης του 17ου και 18ου αιώνα. Όταν εμφανίστηκε αυτός ο νέος τρόπος κατανόησης του φυσικού κόσμου, η αποικιοκρατία είχε ήδη εδραιωθεί, με μια χούφτα έθνη στη Δυτική Ευρώπη να ασκούν πολιτικό και οικονομικό έλεγχο σε μακρινές χώρες και λαούς.

Μόλις οκτώ έθνη διεκδίκησαν πάνω από τη μισή υφήλιο. Οι αποικιοκράτες υποδούλωσαν εκατομμύρια ανθρώπους και εκμεταλλεύτηκαν πολύτιμους πόρους, μέταλλα, μπαχαρικά και άλλο πλούτο από τις αποικίες. Εξήγαν επίσης δείγματα που αποτέλεσαν τη βάση ενός μεγάλου τμήματος της σύγχρονης βιολογίας. Οι πλούσιες συλλογές φυσικής ιστορίας στο Λονδίνο και στο Παρίσι «γεννήθηκαν» από την αποικιακή αυτοκρατορία. Οι επαναστατικές ιδέες του Κάρολου Δαρβίνου για την εξέλιξη ξεπήδησαν από το ταξίδι με το ερευνητικό σκάφος Beagle, που είχε σκοπό να ερευνήσει τις ακτές της Νότιας Αμερικής για να προωθήσει τα βρετανικά συμφέροντα.

Ευρωπαίοι επιστήμονες του 19ου αιώνα απομόνωσαν την κινίνη εναντίον της ελονοσίας από το φλοιό του δέντρου κιγχόνα, βασιζόμενοι σε όσα οι ντόπιοι στο Περού γνώριζαν ήδη για τις φαρμακευτικές του ιδιότητες. Στη συνέχεια, οι Ευρωπαίοι χρησιμοποίησαν την κινίνη για να ενισχύσουν την υγεία των αποικιακών στρατευμάτων.

Όπως αναφέρει το Science, από το 1462, οκτώ δυτικοευρωπαϊκές χώρες (το Ηνωμένο Βασίλειο, η Γαλλία, η Γερμανία, η Ολλανδία, το Βέλγιο, η Ισπανία, η Πορτογαλία και η Ιταλία) άρχισαν να αποικίζουν άλλες ηπείρους. Μέχρι το 1700, οι ευρωπαϊκές δυνάμεις κατέλαβαν μεγάλο μέρος της Αμερικής, αλλά μέχρι το 1900, οι περισσότερες αμερικανικές χώρες είχαν αποκτήσει ανεξαρτησία και έτσι τα ευρωπαϊκά έθνη επεκτάθηκαν στην Αφρική και την Ασία.

Η κληρονομιά αυτής της αποικιοκρατίας ενισχύει ακόμη και σήμερα στις παγκόσμιες ανισότητες σε πολλές πτυχές της κοινωνίας, συμπεριλαμβανομένης και της επιστημονικής έρευνας.

20181205_103602_8d396.jpg

Η επιστήμη τροφοδότησε και τροφοδοτήθηκε από την αποικιοκρατία…

Σήμερα, τα «δακτυλικά αποτυπώματα» του αποικισμού εξακολουθούν να διακρίνονται στην επιστημονική διαδικασία. Η γλώσσα της έρευνας είναι η αγγλική. Κορυφαίοι επιστήμονες, εκείνοι με τις περισσότερες ετεροαναφορές, εργάζονται δυσανάλογα σε πρώην έθνη αποικιοκρατών ή σε μερικές πρώην αποικίες, συμπεριλαμβανομένων των Ηνωμένων Πολιτειών.

Όπως αναφέρει το Science, η επιστημονική επιρροή, όπως μετράται με αναφορές σε ερευνητικές εργασίες, είναι συγκεντρωμένη στον Παγκόσμιο Βορρά, συμπεριλαμβανομένων πολλών πρώην αποικιοκρατικών εθνών. Οι ερευνητές θεωρούνται κορυφαίοι επιστήμονες εάν τα αρχεία αναφορών τους σύμφωνα με την παγκόσμια επιστημονική βάση δεδομένων SCOPUS τους τοποθετούν στους 100.000 κορυφαίους επιστήμονες συνολικά ή στο κορυφαίο 2% του τομέα της ειδικότητάς τους. Το άρθρο αναφέρει αναλυτικά πως το μόνο το 10% των κορυφαίων επιστημόνων εργάζεται στις χώρες του Παγκόσμιου Νότου, μόλις το 1% στη Νότια Αμερική ή την Αφρική, το 34% στην Ευρώπη και το 25% σε 8 χώρες της Δυτικής Ευρώπης με αποικιοκρατικό παρελθόν.

Για δεκαετίες, οι ερευνητές επωφελήθηκαν από τις επισκέψεις τους σε πρώην αποικίες για να μελετήσουν τη χλωρίδα, την πανίδα και μερικές φορές τους ανθρώπους τους, συχνά με μικρή συμμετοχή ντόπιων επιστημόνων και ελάχιστη πίστωση στο έργο ή την πνευματική τους ιδιοκτησία. Δείγματα τέτοιου είδους «επιστήμης των αλεξιπτωτιστών» παρατηρούνται και στις μέρες μας. Το 2019, για παράδειγμα, μια μελέτη διαπίστωσε ότι σε λιγότερες από τις εργασίες για μολυσματικές ασθένειες στην Αφρική, ο πρώτος συγγραφέας ήταν Αφρικανός. Η «επιστήμη των αλεξιπτωτιστών» εξακολουθεί να ευδοκιμεί και στην παλαιοντολογία, σύμφωνα με μια ανάλυση σχεδόν 30.000 περιπτώσεων απολιθωμάτων. Πολλές παλαιοντολογικές μελέτες των τελευταίων 34 ετών δεν περιλαμβάνουν καθόλου συγγραφείς από τα έθνη όπου ανακαλύφθηκαν τα απολιθώματα.

Η ονοματοδοσία είναι επίσης γεμάτη από ονόματα που προέρχονται από ένα ρατσιστικό αποικιακό παρελθόν. Από τα 385 πουλιά που περιγράφηκαν για πρώτη φορά μεταξύ του 1950 και του 2019, το 95% είναι εγγενή σε χώρες του Παγκόσμιου Νότου. Σε πολλά δόθηκαν επιστημονικά ονόματα που τιμούν ανθρώπους, συχνά επιστήμονες, από τον Παγκόσμιο Βορρά. Αυτό συνέβαινε πιο συχνά όταν ο πρώτος συγγραφέας της εργασίας που περιέγραφε το είδος δεν ήταν ντόπιος.

Picture1_488a9.jpg

Οι επιστήμονες αρχίζουν να αντιδρούν…

Οι επιστήμονες σε όλο τον κόσμο αρχίζουν σιγά-σιγά να αναγνωρίζουν και να απορρίπτουν τα κατάλοιπα αυτής της αποικιακής κληρονομιάς. Επαναπατρίζουν δείγματα, δημιουργούν ισότιμες συνεργασίες και επεκτείνουν την πρόσβαση στις πιο πρόσφατες τεχνολογίες. Ερευνητές σε κράτη που κάποτε είχαν αποικιστεί αναλαμβάνουν τον έλεγχο, χρησιμοποιώντας τοπική χρηματοδότηση και το ερευνητικό τους ταλέντο για να διερευνήσουν ερωτήματα που τους ενδιαφέρουν. Οι δε, αυτόχθονες επιστήμονες απαιτούν σεβασμό στις γνώσεις που πηγάζουν από τις παραδόσεις τους.

Το άρθρο του Science καταλήγει σημειώνοντας πως η αποικιοκρατία υπήρξε μια ενεργή δύναμη για 500 χρόνια και πως η μετατόπιση του άξονα της επιστημονικής επιρροής από αυτή δεν θα συμβεί από τη μια μέρα στην άλλη. Θα απαιτήσει από τους επιστήμονες στον Παγκόσμιο Βορρά να δεσμευτούν για την απο-αποικιοποίηση της δουλειάς τους και από εκείνους στον Παγκόσμιο Νότο να διεκδικήσουν τη θέση που τους αξίζει στην έρευνα.

Το έγκριτο επιστημονικό περιοδικό ξεκινά τώρα την παρουσίαση μιας σειράς ιστοριών γραμμένης κυρίως από συγγραφείς με ρίζες στον Παγκόσμιο Νότο, που θα αναδείξει μια τέτοια μετα-αποικιακή επιστήμη. Για παράδειγμα, ο αμερικανός δημοσιογράφος της Επιστήμης Jon Cohen μαζί με τον Νιγηριανό δημοσιογράφο της Επιστήμης Abdullahi Tsanni, προβάλλουν τον Christian Happi, έναν σημαντικό επιστήμονα από το Καμερούν που δημιούργησε ένα κέντρο γονιδιωματικής παγκόσμιας κλάσης στη Νιγηρία για την παρακολούθηση μολυσματικών ασθενειών.