Ελλάδα

Η συγκλονιστική κατάθεση της Βαρβάρας Βουκάκη: Έχασε όλη της την οικογένεια στο Μάτι

Η συγκλονιστική κατάθεση της Βαρβάρας Βουκάκη: Έχασε όλη της την οικογένεια στο Μάτι
Συγκλονίζοντας όλα τα μέλη του ακροατηρίου της δίκης, η γυναίκα που έχασε ολόκληρη την οικογένειά της στη φονική πυρκαγιά του Ματιού, η Βάρβαρα Βουκάκη, κατέθεσε για την ανείπωτη τραγωδία που βιώνει τα τελευταία έξι χρόνια.

Στην εθνική τραγωδία του Ματιού έχασε τα δυο της παιδιά, την 14χρονη Εβίτα και τον 11χρονο Ανδρέα και το σύζυγό της Γρήγορη.

«Δεν είναι πλημμέλημα αυτή η ιστορία, είναι ένα τραγικό κακούργημα, είναι μια δολοφονία, έτσι νιώθω. Δε ξέρω ποιος έδωσε εντολές αν ήταν ο Πρωθυπουργός, κάποιος Υπουργός, αν ήταν άνθρωποι που δεν είναι καν κατηγορούμενοι εδώ, αλλά για να μπορώ να κοιτάξω τα παιδιά μου και να μη νιώθω ντροπή, πρέπει κάτι να αλλάξει, μέσω της παραδειγματικής τιμωρίας, μέσω μιας μεγάλης αλλαγής μπορεί να γίνει αυτό», είπε εξαπολύοντας δριμύ κατηγορώ κατά των αρμοδίων φορέων η άτυχη γυναίκα.

Η κ. Βουκάκη που μέχρι την τελευταία στιγμή ήλπιζε ότι οι δικοί της άνθρωποι θα είχαν γλιτώσει από τον πύρινο εφιάλτη, αφηγήθηκε τις δραματικές στιγμές που έζησε από τη στιγμή που ο σύζυγός της της είπε ότι κινδυνεύουν, μέχρι τη στιγμή που τους βρήκε νεκρούς.

«Στις 18.05 άκουσα το σύζυγό μου να φωνάζει στα παιδιά «γρήγορα γρήγορα, μαζέψτε τα να φύγουμε». Άκουσα την Εβίτα να λέει «μπαμπά είμαι με τις σαγιονάρες». Μου είπε ότι θα προσπαθούσε να μαζέψει κάποια τιμαλφή», κατέθεσε η κ. Βουκάκη και συνέχισε περιγράφοντας τη μεγάλη αγωνία που βίωνε η ίδια προσπαθώντας να επικοινωνήσει με τους δικούς της ανθρώπους.

« Βγήκα στην έξοδο της Ραφηνας κι έφτασα στη λεωφόρο Μαραθώνος, στη διαδρομή προσπαθούσα να επικοινωνήσω με το κινητό του Γρήγορη, των παιδιών, με όποιον ήξερα. Βρίσκω τον Ανδρέα. «Ανδρέα που είστε; Μαμά είμαστε στο αυτοκίνητο, είμαστε τρομοκρατημένοι, έχει φωτιά, ακούμε φωνές, γίνονται εκρήξεις, δεν υπάρχει κανεις να μας πει που να πάμε. Ο μπαμπάς προσπαθεί να μας βγάλει στη Ραφήνα», της είπε ο 11χρονος γιος της λίγο πριν χαθεί.

2612149_b92b0.jpg

«Μαμά μην έρθεις, γίνεται χαμός»

Η φωνή της Βάρβαρας Βουκάκη «σπάει» όταν αναφέρεται στα τελευταία λόγια του παιδιού της και του άντρα της που δεν «ξεκολλάνε» από το μυαλό της από την ημέρα της τραγωδίας.

« Μαμά μην έρθεις γίνεται χαμός, μην έρθεις, θα έρθουμε εμείς να σε βρούμε», ήταν τα τελευταία λόγια του γιου μου είπε η μαρτυρας φορτισμένη. «Ήμουν σε ένα πανικό, δε μπορούσα να πιστέψω τι γίνεται. Δεν έβλεπα τίποτα. Ήταν σαν να είμαστε σε άλλο κόσμο εμείς».

Στις 7 παρά 20 το απόγευμα μίλησα πάλι το Γρήγορη. Ήταν έντρομος, ούρλιαζε κυριολεκτικά, οι τελευταίες του λέξεις ήταν «Που να έρθεις, που να 'ρθεις καιγόμαστε δεν το καταλαβαίνεις;» είπε μεταφέροντας την κόλαση που βίωνε η οικογένειά της παγιδευμένη στην πύρινη λαίλαπα.

«Λίγο πιο σύντομα...»

Αλγεινή εντύπωση προκάλεσε η απάντηση της Προέδρου της έδρας στη γυναίκα που σε μια ώρα έχασε ο,τι πολυτιμότερο είχε στη ζωή της. Η διευθύνουσα τη διαδικασία την προέτρεψε να συντομεύσει την κατάθεσή της, με τη μάρτυρα να αποκρίνεται ότι είναι η «ιστορία της ζωής της». Η προεδρος της δίκης, σε μια απάντηση μειωμένης ενσυναίσθησης στο δράμα που μπορεί να βιώνει αυτή η γυναίκα, της είπε:

«Το καταλαβαίνω, πολλοί θέλουν να πουν την ιστορία της ζωής τους, αλλά λίγο πιο σύντομα....».

Η μάρτυρας στην κατάθεσή της κλήθηκε να αναβιώσει τις μαρτυρικές ώρες και ημέρες που βίωσε μέχρι να επιβεβαιώσει ότι όλα τα μέλη της οικογένειάς της είναι νεκρά.

« Πίστευα ότι είχαν σωθεί. Ο Γρηγόρης ήξερε το Μάτι από παιδί. Πίστευα ότι κάποιο σημείο θα είχε βρει για να προστατευτούν.

Προχωρούσα και φώναζα τα ονόματα του Γρηγορη, της Εβίτας, του Ανδρέα, δεν υπήρχε τίποτα, ήμασταν μόνοι μας, σα φαντάσματα σε ένα καμμένο τοπίο. Λίγο πιο κάτω άνθρωποι καμένοι, όλα τα αυτοκίνητα καμένα. Παντού μικροεστίες φωτιάς, όλα μαύρα, όλα καμμένα. Φορούσα σαγιονάρες, αρχισαν να καίγονται τα πόδια μου, όλα μαύρα, όλα καμμένα, δεν ήξερα που πατούσα, αν πατούσα καμένα αντικείμενα ή καμένους ανθρώπους. Σε εκείνη την περπατησιά μου είδα ανθρώπους καμενους. Ηλπιζα να μη δω και τους δικούς μου ανθρώπους καμενους. Είδα το αυτοκίνητο του συζύγου μου, που δεν είχε καεί, άρχισα να φωνάζω πιο δυνατά με όση φωνή μου είχε απομείνει τα ονόματα των δικών μου ανθρώπων. Ποιος να μου απαντήσει; Αφού δεν υπήρχε κανένας», ανεφερε η κ. Βουκάκη με αξιοθαύμαστη ψυχραιμία ενώ στη δικαστική αίθουσα επικρατούσε «νεκρική» σιγή για την κατάθεση της γυναίκας.

2612468_04469.jpg

«Η παραλία της Εβίτας»

Το μέρος που μαρτύρησε και ξεψύχησε η μεγάλη της κόρη, η 14χρονη Εβίτα, πέφτοντας από το γκρεμό για να σωθεί, πλέον ονομάζεται «παραλία της Εβίτας», είπε πολύ συγκινημένη η Βαρβάρα Βουκάκη και περιέγραψε τι έμαθε εκ των υστέρων για το φριχτό θάνατο των παιδιών της και του άντρα της.

«Στο Λιμεναρχείο ένας κύριος μου έδειξε μια φωτογραφία. Ήταν η Εβίτα μου, φορούσε τα ίδια ρούχα, όπως μου είχε στειλει βίντεο το μεσημέρι, όμως δεν είχε ζωή, δεν ήταν καμένη, ήταν τα ρούχα της, τα βραχιολάκια της τα πάντα. Ήθελα να χαθεί και η δική μου ζωή. Η φωτογραφία έδειχνε το παιδί μου άψυχο. Όπως έμαθα μετά οι δικοί μου άνθρωποι είχαν μπει από τους τελευταίους στο οικόπεδο Φράγκου, γιατί κάποιοι σώθηκαν. Κάποιοι κατέβηκαν τα σκαλάκια και σώθηκαν. Οι δικοί μου άνθρωποι επειδή έχασαν πολύτιμο χρόνο, προσπαθώντας να βγουν για Ραφήνα, δεν πρόλαβαν. Ο Γρηγόρης μου βρέθηκε καμένος, λίγο πιο πίσω ο Ανδρέας, η Εβίτα άλλαξε διαδρομή και πήδηξε και έπεσε στα βράχια, στην παραλία. Ένας άνθρωπος πήγε να δει ποιος ήταν και κάλεσε την αστυνομια αλλά δεν ήρθε κανένας. Η Εβίτα μου ζούσε εκείνη την ώρα. Θα μπορούσα να έχω έστω και ένα παιδί» είπε κλαίγοντας η γυναίκα και αφηγήθηκε ότι συνέχισε να ψάχνει τον άντρα και το γιο της.

«Στο Λιμεναρχείο μάθαμε για το οικόπεδο Φράγκου. Έφυγα αμέσως, έφτασα πρωτη, ήταν ένα ασθενοφόρο του ΕΚΑΒ, η καγκελόπορτα ήταν κλειστή. Ζήτησα να μπω. Συνειδητοποίησα ότι ήταν πολύ κοντά το αυτοκίνητο. Αισθάνθηκα ότι ήταν οι δικοί μου άνθρωποι. Έδωσα περιγραφή για τατουάζ συζύγου μου με ονόματα παιδιών μας. Έβγαλαν από ασθενοφόρα τις κίτρινες σακούλες. Έτσι έπρεπε να γίνει , οι άνθρωποι μας να μπουν σε σακούλες. Στο Σχιστό ένιωσα την ανάγκη να αποχαιρετήσω την Εβίτα. Μου το επέτρεψαν. Την είδα εκεί όπως τη θυμόμουν, μόνο που δε χαμογελούσε, με κλειστά τα ματάκια της αυτή τη φορά. Ήθελα να την πάρω αγκαλιά, αλλά δε με άφησαν», είπε για το αδιανόητο δραμα που προσομοιάζει με αρχαία τραγωδία η άτυχη γυναίκα.

2612078_26577.jpg

Τον έστειλαν μέσα στη «φάκα»

Η μάρτυρας καταλόγισε ευθύνες σε όλους τους εμπλεκόμενους φορείς, αλλά έκανε ειδική αναφορά στην αστυνομια και στις παντελώς λανθασμένες οδηγίες της να εκτρέπει την κυκλοφορία μέσα στο Μάτι και ταυτόχρονα να εμποδίζει τους κατοίκους του Ματιού να βγουν με κατεύθυνση τη Ραφήνα.

«Τους έστελνε η αστυνομια μέσα στη «φακα», μέσα στο Μάτι. Ήταν αυτοκίνητα που έστειλαν από Ραφήνα προς το Μάτι γιατί η λεωφόρος Μαραθώνος ήταν κλειστή. Έχω βίντεο που δειχνει το Γρήγορη που πήγαιναν προς Ραφήνα, πέρασαν την Αργυρή Άκρη και έμαθα ότι περιπολικό τους γύρισε πίσω. Μα όλοι μέσα στο Μάτι; Και από λιμάνι Ραφήνας; Και από Ραφήνα προς Μαραθώνος; Και μέσα από το Μάτι; Δεν ενημέρωσαν με μια ντουντούκα, μια σειρήνα, κάτι...ο καθένας ενήργησε αυτοβούλως. Ο Γρηγόρης μου έριξε τη «ζαριά του» για το που θα πάει και θα είχε σωθεί αν είχε μια ενημέρωση» είπε εξαπολύοντας κατηγορώ στους επιτελείς Πυροσβεστικής, αστυνομίας, λιμενικού και τοπική αυτοδιοίκηση.

Το δικαστήριο εξέτασε ακόμη έξι μάρτυρες, εγκαυματίες και συγγενείς νεκρών που καταλόγισαν ευθύνες στην Πυροσβεστική αλλά και στον πρώην δήμαρχο Ραφήνας, Ευάγγελο Μπουρνούς για παραπληροφόρηση τις κρίσιμες ώρες, ότι η φωτιά εκινειτο προς την Καλλιτεχνούπολη.