Διεθνή

Θέλουν πραγματικά να αποφύγουν τον πόλεμο στην Μέση Ανατολή οι ΗΠΑ;

Θέλουν πραγματικά να αποφύγουν τον πόλεμο στην Μέση Ανατολή οι ΗΠΑ;
Επί μακρόν αναπαράγεται το αφήγημα περί αποτυχίας των ΗΠΑ να «συγκρατήσουν» τον Νετανιάχου και να φέρουν ειρήνη στη Μέση Ανατολή: Μήπως έχει πάψει να είναι πειστική η αμερικανική διπλωματία;

Όταν στις 31 Ιουλίου ο πολιτικός ηγέτης της Χαμάς Ισμαήλ Χανίγια δολοφονήθηκε σε γειτονιά της βόρειας Τεχεράνης, οι Φρουροί της Ισλαμικής Επανάστασης απείλησαν με σκληρά αντίποινα.

Τα αντίποινα ωστόσο δεν ήρθαν. Το Ιράν απάντησε εντέλει μετά από δύο τυφλές ισραηλινές επιχειρήσεις με την πυροδότηση βομβητών και ασυρμάτων της Χεζμπολάχ. Μετά τη δολοφονία του Χασάν Νασράλα στην Βυρητό - όπως και πολλών άλλων ανώτατων αξιωματούχων του «Άξονα της Αντίστασης». Και μετά τη χερσαία εισβολή των IDF στον Λίβανο.

Όπως σχολιάζει το Middle East Eye, συνεχίζοντας να παρέχουν στο Ισραήλ την αμέριστη υποστήριξή τους τον τελευταίο ένα χρόνο - τόσο στη Γάζα όσο και στον Λίβανο, όπου δεκάδες χιλιάδες άνθρωποι έχουν σκοτωθεί - οι ΗΠΑ προκάλεσαν το Ιράν.

Η πρόκληση θα μπορούσε «πιθανότατα να ισοδυναμεί με το ξέσπασμα ενός πολύ εκτεταμένου και καταστροφικού πολέμου στην περιοχή», σημειώνει ο Omar Rahman, συνεργάτης του καταριανού think tank Middle East Council on Global Affairs.

Το Ιράν είχε προειδοποιήσει για τα αντίποινά του τον Απρίλιο. «Πλέον έχει αλλάξει λογική», προσθέτει. «Νομίζω ότι αυτό που σκόπευε να κάνει ήταν να απαντήσει στο Ισραήλ, επιτιθέμενο με έναν τρόπο πολύ διαφορετικό από αυτόν του Απριλίου - οργανώνοντας τις επιθέσεις με τέτοιο τρόπο που δεν θα προκαλούσε πόλεμο».

«Αυτή τη φορά, το χτύπημα δεν ήταν "σκηνοθετημένο". Κάποιοι από τους πυραύλους προσέκρουσαν στο Ισραήλ, άλλοι αναχαιτίστηκαν και το Τελ Αβίβ πιθανότατα θα απαντήσει».

29316471_f4e3f.jpg

Την Τετάρτη, ο αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ Κερτ Κάμπελ διευκρίνισε πως δεν είναι μόνο το Ισραήλ που σκέφτεται πώς θα απαντήσει, αλλά και οι ΗΠΑ.

Τι κι αν οι ΗΠΑ έχουν δηλώσει από την αρχή του πολέμου του Ισραήλ στη Γάζα ότι ένας από τους πρωταρχικούς στόχους τους ήταν να αποτρέψουν μια ευρύτερη περιφερειακή σύγκρουση. Μόλις μια μέρα πριν τη δολοφονία του Νασράλα... καλούσαν σε κατάπαυση του πυρός διάρκειας 21 ημερών.

Η πλήρη ανάφλεξη στη Μέση Ανατολή είναι τελικά «αποτυχία της αμερικανικής διπλωματίας» ή μήπως το ζητούμενο, διερωτάται το MEE.

Τους τελευταίους μήνες παρατηρούμε πράγματι εκ μέρους των Αμερικανών έναν καταιγισμό ανάμεικτων μηνυμάτων για τη Γάζα. Έχουν εξοπλίσει άνευ όρων το Ισραήλ, υποστηρίζοντας διπλωματικά τις στρατιωτικές επιχειρήσεις του στον πολιορκημένο θύλακα, και την ίδια ώρα επιμένουν πως πρωταρχικός στόχος παραμένει η κατάπαυση του πυρός.

Τα ίδια και στον Λίβανο: Υποστηρίζουν ανοιχτά τη στρατιωτική στρατηγική του Ισραήλ, ενώ δηλώνουν ότι είναι υπέρ της εκεχειρίας.

«Υπάρχουν δύο τρόποι για να δει κανείς τους τελευταίους 12 μήνες της αμερικανικής διπλωματίας στη Μέση Ανατολή - είτε ως παταγώδη αποτυχία είτε ως δόλια επιτυχία», δηλώνει στο Middle East Eye ο Tariq Kenney-Shawa, συνεργάτης για θέματα αμερικανικής πολιτικής στο think tank al-Shabaka.

Επί μακρόν αναπαράγεται το αφήγημα περί αποτυχίας των ΗΠΑ να επηρεάσουν τις εξελίξεις και να αναγκάσουν το Ισραήλ να αποκλιμακώσει. Υπάρχει όμως και ένας άλλος τρόπος να το δει κανείς.

«Σε κάποιο βαθμό, οι ΗΠΑ συμμερίζονται τα συμφέροντα και τους στόχους του Ισραήλ, χρησιμοποιώντας εργαλειακά τη ρητορική για τα ανθρώπινα δικαιώματα και τις «συνομιλίες κατάπαυσης του πυρός» προκειμένου να κρατήσουν μια δήθεν ισορροπία μεταξύ των εμπλεκόμενων μερών, αλλά κυρίως να κερδίσουν χρόνο στο Ισραήλ για να φέρει εις πέρας τη γενοκτονία του στη Γάζα, να καταφέρει βαριά πλήγματα εναντίον των περιφερειακών αντιπάλων του και να επιβάλλει το status quo που επιθυμεί με ωμή βία».

Αυτό που δεν κάνει αρκούντως πειστική την αμερικανική διπλωματία είναι η αδυναμία της κυβέρνησης Μπάιντεν να «κερδίσει» κάποιες παραχωρήσεις από το Ισραήλ.

«Επί μήνες, η αμερικανική κυβέρνηση έχει εκφράσει την υποστήριξή της στη διπλωματία και τη «διεθνή τάξη που βασίζεται σε κανόνες», αλλά αρνείται να χρησιμοποιήσει τη δύναμη της για να την επιβάλλει», δηλώνει στο ΜΕΕ η Nancy Okail, πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος του αμερικανικού think tank Center for International Policy. Αρκεί να θυμηθεί κανείς τα αλλεπάλληλα βέτο των ΗΠΑ στα ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ.

29315462_9bfb0.jpg

Το «δίλημμα» του Κόλπου

Την ώρα που η διεθνής κοινότητα περιμένει την νέα απάντηση του Ισραήλ, ανάλυση του Guardian στρέφει το βλέμμα στα κράτη του Κόλπου που βρίσκονται αντιμέτωπα με ένα σοβαρό δίλημμα.

Από τη μία, η μακροπρόθεσμη αποδυνάμωση της ιρανικής επιρροής απειλεί να δημιουργήσει ένα αποσταθεροποιητικό κενό, στο οποίο μόνο το Σιδηρούν Τείχος του Ισραήλ θα έχει ισχύ στην περιοχή. Από την άλλη πλευρά, θα μπορούσε να αποτελέσει μια ευκαιρία για τα περιφερειακά κράτη να εκμεταλλευτούν την αδυναμία της Τεχεράνης για να βγάλουν «εκτός παιχνιδιού» τις πολιτοφυλακές που υποστηρίζονται από το Ιράν.

Πολλά περιφερειακά κράτη έχουν λόγους να θέλουν να δουν την Τεχεράνη να χάνει έδαφος. Ένα αποδυναμωμένο Ιράν θα μπορούσε να δώσει μεγαλύτερο χώρο στον πρόεδρο του Ιράκ, Μοχάμεντ Σία αλ-Σουντάνι, να χαλιναγωγήσει τις υποστηριζόμενες από το Ιράν φατρίες.

Ο πρόεδρος της Συρίας, Μπασάρ αλ Άσαντ, που σιωπά επιδεικτικά - παρά την υποστήριξη που του έχει έχει προσφέρει η Χεζμπολάχ - θα μπορούσε να ανακτήσει την επιρροή του στο Λίβανο.

Η Ιορδανία έχει κατηγορήσει στο παρελθόν το Ιράν ότι κινεί παρασκηνιακά τα νήματα, ενώ το Μπαχρέιν, το οποίο εξομάλυνε τις σχέσεις του με το Ισραήλ το 2020 - μαζί με τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα - πρέπει να αποκρούει τακτικά φιλοπαλαιστινιακές διαδηλώσεις. 

Το Κουβέιτ βρίσκεται σε μακροχρόνιο ανταγωνισμό με το Ιράν για την εξόρυξη φυσικού αερίου από ένα αμφισβητούμενο υπεράκτιο κοίτασμα φυσικού αερίου.

Όμως η πλέον κρίσιμη σχέση για την ειρήνη στην περιοχή είναι αυτή μεταξύ του Ιράν και της Σαουδικής Αραβίας - μια σχέση που τέθηκε σε καλύτερη βάση μόλις το 2023. 

Αυτή είναι η εκτίμηση και του Ευρωπαϊκού Συμβούλιου: «Ένα παίγνιο μηδενικού αθροίσματος που επιδιώκει τον πλήρη αποκλεισμό της Τεχεράνης από την περιφερειακή αρχιτεκτονική ασφάλειας», σημειώνεται σε πρόσφατη έκθεση, «δεν αναμένεται να κερδίσει την περιφερειακή υποστήριξη και τελικά θα είναι αντιπαραγωγική».