Πολιτική

Ο Μοσκοβισί και τα μυστήρια του φθινοπώρου

Ο Μοσκοβισί και τα μυστήρια του φθινοπώρου Ο Μοσκοβισί και τα μυστήρια του φθινοπώρου
Του Γιάννη Κιμπουρόπουλου Τι, ποιος, με ποιον και πότε ακριβώς διαπραγματεύεται για δεύτερη αξιολόγηση, εργασιακά και χρέος - Η επίσκεψη του Επιτρόπου και τα θολά μηνύματα προς την Αθήνα

Τη Δευτέρα η κυβέρνηση περιμένει επισκέψεις. Έρχεται ο επίτροπος Πιερ Μοσκοβισί. Πιθανότατα θα είναι ο τελευταίος κορυφαίος εκπρόσωπος των δανειστών που κάνει πέρασμα από την Αθήνα πριν το ευρωσύστημα πέσει σε θερινή ραστώνη, αν και το νέο μακελειό στη Νίκαια της Γαλλίας δημιουργεί ανάγκες έκτακτων συναντήσεων. Το πρόγραμμα του Μοσκοβισί περιλαμβάνει συναντήσεις με τον πρωθυπουργό και το οικονομικό επιτελείο και υποτίθεται ότι αποσκοπεί να προετοιμάσει το έδαφος για μια ταχεία και επιτυχή ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης.

Η κυβέρνηση συγκαταλέγει τον Μοσκοβισί, όπως και ευρύτερα την Κομισιόν, στις πιο φιλικές προς τις θέσεις της δυνάμεις. Εν τη ευρεία εννοία, μπορεί να εντάσσονται σ’ αυτό που αποκαλείται «μέτωπο του Νότου», που ως γνωστόν πνίγηκε στην ομοφωνία του τελευταίου Eurogroup/Ecofin όπου αποφασίστηκε για πρώτη φορά η επιβολή κυρώσεων σε Ισπανία και Πορτογαλία για υπερβολικά ελλείμματα. Ο επίτροπος Μοσκοβισί ήταν ο πρώτος που προσπάθησε να χρυσώσει το χάπι αυτής της απόφασης, δηλώνοντας προ ημερών ότι η Κομισιόν θα μπορούσε να εισηγηθεί ακόμη και μηδενικά πρόστιμα στις δυο χώρες, αν οι κυβερνήσεις τους δώσουν εγγυήσεις για ταχεία συμμόρφωση. Έπειτα, είναι Γάλλος και σοσιαλιστής, κι αυτές είναι ιδιότητες στις οποίες επενδύει πολλά ο κυβερνών ΣΥΡΙΖΑ, που έχει μονιμοποιήσει πλέον την παρουσία του στις συνάξεις των Ευρωσοσιαλιστών, με τελευταία την παρουσία του υπουργού Επικρατείας Ν. Παπά στη συνάντηση των σοσιαλιστών υπουργών Εσωτερικών στη Ρώμη, για τη διαμόρφωση μιας κοινής ατζέντας στη μετά- Brexit εποχή.

Δυο «όχι» και μια ασαφής υπόσχεση
Αν και Γάλλος, σοσιαλιστής και επίτροπος ο κ. Μοσκοβισί δεν φαίνεται να ανταποκρίνεται πλήρως στις κυβερνητικές προσδοκίες στήριξης. Σε μια προπαρασκευαστική της επίσκεψής του στην Αθήνα συνέντευξη (στο πρακτορείο MNI), υιοθετεί πλήρως τα δυο «όχι» που πήρε η κυβέρνηση από το κουαρτέτο στα αιτήματά της για χαμηλότερα πρωτογενή πλεονάσματα μετά το 2018 και για αλλαγές στα κριτήρια επιλογής των διοικήσεων των τραπεζών. Για το πρώτο ζήτημα θεωρεί ανεπίκαιρη τη συζήτηση προς το παρόν, ταυτιζόμενος με τη θέση Ντάισελμπλουμ ότι αυτό δεν μπορεί να συζητηθεί πριν από τα μέσα του 2018. Για το ζήτημα των τραπεζών «αδειάζει» το κυβερνητικό επιχείρημα του τύπου «δεν είδαμε, δεν προσέξαμε, δεν προλάβαμε», αναφέροντας χαρακτηριστικά: «Οι προσθήκες στον νόμο του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας υιοθετήθηκαν τον περασμένο Οκτώβριο ως μέρος των σημαντικών ορόσημων. Αποφασίστηκαν βάσει μιας σκληρής αξιολόγησης και έπειτα από εκτενείς συνομιλίες στις οποίες λάβαμε υπόψη τις ιδιαιτερότητες του ελληνικού τραπεζικού τομέα. Τα μέχρι τώρα στοιχεία δεν δείχνουν ότι τα κριτήρια υποψηφιότητας θα περιορίσουν τη δεξαμενή ταλέντων για τα ΔΣ των τραπεζών». Άρα, το θέμα θεωρείται λήξαν.

Όμως, ο Μοσκοβισί λέει και κάτι άλλο, που ηχεί παράξενα. Απαντώντας σε ερώτηση για τη συμμετοχή του ΔΝΤ στο πρόγραμμα, προβλέπει δύσκολες διαπραγματεύσεις το φθινόπωρο για το χρέος. «Είμαι αισιόδοξος ότι το ΔΝΤ θα σεβαστεί την απόφαση του Eurogroup στις 25 Μαΐου. Βεβαίως θα υπάρξουν προκλήσεις ως προς τις συνομιλίες για τα μέτρα του χρέους το φθινόπωρο. Ελπίζω ότι όλα τα μέρη θα έρθουν στις διαπραγματεύσεις με ανοικτό μυαλό και επιθυμία για συμβιβασμό. Ελπίζω ότι θα φθάσουμε σε ένα έξυπνο και αμοιβαία επωφελές συμπέρασμα για αυτό το θέμα».

Άλλα λέει ο Ντάισελμπλουμ…
Σε ποιες ακριβώς «διαπραγματεύσεις» αναφέρεται ο Μοσκοβισί αποτελεί μυστήριο. Μόλις πριν από δυο εβδομάδες, ο πρόεδρος του Eurogroup, σε δηλώσεις του σε δημοσιογράφους στη Χάγη με την ευκαιρία του απολογισμού της ολλανδικής προεδρίας στην Ε.Ε. είχε καταστήσει σαφές: «Δεν συζητάμε  τον Οκτώβριο για το χρέος, το ξέρει η κυβέρνηση αυτό. Η Ελλάδα ξέρει και έχει καταλάβει για τη συμφωνία του χρέους, ότι αυτό είναι. Αν όλα έχουν εφαρμοστεί ως το 2018, τότε θα κάνουμε όλα όσα είναι αναγκαία για το χρέος και ελπίζουμε να είμαστε όλοι μας καλύτερα στο τέλος του 2018». Μάλιστα, για να γίνει σαφές ότι η επισήμανσή του δεν αφορά μόνο την ελληνική κυβέρνηση, αλλά και το ΔΝΤ, πρόσθεσε: «Το Δ.Σ. του Ταμείου θα πρέπει να αποφασίσει πριν το τέλος του έτους για τη συμμετοχή του. Αν το ΔΝΤ πει ότι τα μέτρα  που έχουν αποφασιστεί δεν φτάνουν, θα με εκνευρίσει το γεγονός, αλλά δεν νομίζω ότι θα το κάνει αυτό το Ταμείο».

Ποιος διαπραγματεύεται, λοιπόν, με ποιον, τι και πότε ακριβώς για το χρέος; Προφανώς και οι δύο αξιωματούχοι δεν αναφέρονται σε διαπραγμάτευση που αφορά τη δεύτερη αξιολόγηση και στην οποία εμπλέκεται η κυβέρνηση. Η κυβέρνηση πρέπει απλώς «να κάνει τα μαθήματά της», με έμφαση στα εργασιακά. Η διαπραγμάτευση αφορά το ΔΝΤ και τους ευρωπαίους δανειστές που πρέπει να βγάλουν «από το μύγα ξύγκι», δηλαδή να δώσουν μια καλή εξήγηση στο ΔΝΤ για το πώς μέτρα ελάφρυνσης του χρέους που δεν πρόκειται να αποφασιστούν πριν από το 2019 μπορούν να υπολογιστούν από σήμερα, ώστε να βγάλει το ΔΝΤ μια θετική έκθεση βιωσιμότητας του χρέους. Ο Ντάισελμπλουμ είναι πιο ειλικρινής όταν ομολογεί ότι αυτό δεν μπορεί να εκφραστεί μαθηματικά. Ο Μοσκοβισί, επιχειρώντας να διασώσει τις λεπτές ισορροπίες ανάμεσα στους πόλους εξουσίας της Ευρωζώνης, προσβλέπει σε μια πολιτική απόφαση του ΔΝΤ.

Έχει η ΕΚΤ την απάντηση;
Ωστόσο, η Κριστίν Λαγκάρντ επεσήμανε δυο φορές τις τελευταίες μέρες ότι δεν ανέχεται πια να αντιμετωπίζεται το ΔΝΤ ως «ο βολικός αποδιοπομπαίος τράγος». Κι ο εκπρόσωπος του Ταμείου επανέλαβε ότι μια νέα έκθεση βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους απαιτεί ποσοτικοποίηση των μέτρων (που κατά τον Ντάισελμπλουμ δεν ποσοτικοποιούνται).

Ποιος θα βγάλει τους εμπλεκόμενους απ’ αυτόν τον φαύλο κύκλο; Ίσως η ΕΚΤ, από την πλευρά της οποίας εκκρεμεί μια δική της έκθεση βιωσιμότητας βάσει της οποίας θα αξιολογηθεί αν τα ελληνικά ομόλογα μπορούν να ενταχθούν στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης. Η έκθεση και η σχετική απόφαση πρέπει να υπάρξουν είτε μέχρι τα μέσα Σεπτεμβρίου, πριν αρχίσει η αξιολόγηση, είτε μετά τον Οκτώβριο, εάν και εφόσον έχει κλείσει η αξιολόγηση. Θα διευκολύνει, άραγε η ΕΚΤ, την κατάσταση παρασύροντας και το ΔΝΤ; Μέχρι στιγμής δεν υπάρχει ένδειξη γι’ αυτό. Μέχρι να υπάρξει, το ΔΝΤ έχει το πρόσχημα να ροκανίζει τον χρόνο που έχει κερδίσει μέχρι το τέλος του έτους.