Πολιτική

Ο Κασσελάκης επιδιώκει την αποπομπή Τσίπρα από τον ΣΥΡΙΖΑ

Ο Κασσελάκης επιδιώκει την αποπομπή Τσίπρα από τον ΣΥΡΙΖΑ Φωτογραφία: SOOC
Το μεγάλο ερώτημα για τον ΣΥΡΙΖΑ αυτές τις μέρες είναι να καταλάβει κανείς αν υπάρχει κάποια ορθολογική εξήγηση όσων συμβαίνουν ή απλώς αποτελούν τα αποκυήματα μιας ιρασιοναλιστικής ενόρμησης αυτοκαταστροφής που καθοδηγεί τη συμπεριφορά της ηγεσίας του κόμματος.

Πόσο λογικό είναι ο πρόεδρος ενός κόμματος να ανοίγει θέμα μαύρων ταμείων, κάτι που δεν στρέφεται μόνο εναντίον του προκατόχου του, αλλά απαξιώνει συνολικά το κόμμα;

Πόσο λογικό είναι κάθε δήλωσης ή ανάρτησης του Στέφανου Κασσελάκη να ακολουθεί «διευκρινιστική συνέντευξη της εκπροσώπου του ΣΥΡΙΖΑ Βούλας Κεχαγιά η οποία ουσιαστικά αναιρεί τα λεγόμενα του προέδρου;

Πόσο λογικό είναι και πού ξανακούστηκε ο επικεφαλής της αξιωματικής αντιπολίτευσης να κάνει ανάρτηση στη 1:30 τη νύχτα και σε λίγα λεπτά να την κατεβάζει για να την ανεβάσει αμέσως μετά διορθωμένη;

Πόσο λογικό είναι αυτή η διόρθωση να μην αφορά κάποια αβλεψία του χρήστη του λογαριασμού, αλλά την φράση «σταμάτα την υπονόμευση» η οποία απευθύνεται στον Αλέξη Τσίρπα, τον ιστορικό ηγέτη του ΣΥΡΙΖΑ;

Πέρα από το ότι στα 50 χρόνια της Τρίτης Ελληνικής Δημοκρατίας ουδέποτε άλλοτε αρχηγός μεγάλου κόμματος δεν είχε κατηγορήσει δημόσια τον προκάτοχό του για υπονόμευση, είναι δυνατόν να μην έχει συμφωνηθεί στο επιτελείο Κασσελάκη το αν θα διατυπωθεί αυτή η κατηγορία, η βαρύτερη που μπορεί να εκτοξευτεί εναντίον στελεχών του ίδιου κόμματος;

Αυτά όλα είναι απίστευτα και πρωτοφανή πράγματα που βρίσκονται έξω από τη σφαίρα της πολιτικής λογικής.

Στοχοποίηση Τσίπρα

Αν τώρα κάνουμε την παραδοχή ότι υπάρχει κάποιου είδους λογική σε όσα κάνει ο Στέφανος Κασσελάκης, τότε οδηγούμαστε εύλογα στο συμπέρασμα ότι η επιδίωξή του είναι η αποπομπή του Αλέξη Τσίπρα από τον ΣΥΡΙΖΑ και η πλήρης «αποτσιπροποίηση» του κόμματος.

Η αναζήτηση εσωτερικών εχθρών για να μετατραπούν σε αποδιοπομπαίους τράγους των αποτυχιών της ηγεσίας, αποτελεί πανάρχαια πολιτική πρακτική - οι σταλινικές εκκαθαρίσεις συνιστούν χαρακτηριστικό παράδειγμα.

Στη περίπτωση του Στέφανου Κασσελάκη η εσωκομματική τοξικότητα και εχθροπάθεια «του έχει βγει». Μην ξεχνάμε ότι η νίκη του στις εσωκομματικές εκλογές στηρίχτηκε σε πολύ μεγάλο βαθμό στο έωλο αφήγημα ότι η Έφη Αχτσιόγλου ανήκε στους υπονομευτές του Αλέξη Τσίπρα.

Τώρα υπονομευτής είναι ο ίδιος ο πρώην πρωθυπουργός, ο πολιτικός που έχει ταυτιστεί με την κυβερνητική πορεία του ΣΥΡΙΖΑ. Η επίθεση Κασσελάκη στον Τσίπρα κάθε μέρα κλιμακώνεται:

  • Στην αρχή ήταν η διαρροή ότι πίσω από το κείμενο των 87 στελεχών της εσωκομματικής αντιπολίτευσης βρίσκεται ο Αλέξης Τσίπρας,
  • Στην συνέχεια ήταν η φράση Κασσελάκη ότι «ο δικός μου ΣΥΡΙΖΑ δεν θα πάρει ποτέ μαύρο χρήμα», κάτι που υπονοεί ότι υπήρξε ένας άλλος ΣΥΡΙΖΑ (του Τσίπρα) που έχει πάρει «μαύρα».
  • Παράλληλα, ο μηχανισμός Κασσελάκη στα social media έχει εξαπολύσει εκστρατεία «δολοφονίας χαρακτήρων» για τον Αλέξη Τσίπρα και τα 87 στελέχη που υπογράφουν το κείμενο διαφωνίας με τις επιλογές της ηγεσίας.
  • Χτες είχαμε τη διαρροή από το στρατόπεδο Κασσελάκη ότι ο πρώην πρωθυπουργός δεν έχει συμβάλει στον έρανο για ενίσχυση των ΜΜΕ του κόμματος που βρίσκονται στο όριο της χρεοκοπίας. Η συγκεκριμένη διαρροή προκάλεσε την πρώτη αντίδραση της πλευράς Τσίπρα. Κύκλοι του πρώην πρωθυπουργού έκαναν λόγο για χυδαιότητες.
  • Και φτάσαμε στη μεταμεσονύκτια ανάρτηση, με την οποία ο Στέφανος Κασσελάκης ουσιαστικά καλεί τον Αλέξη Τσίπρα σε ανοιχτή αναμέτρηση: «Έλα και ανάλαβε και θα είμαι συντεταγμένος στρατιώτης στην προσπάθειά σου, χωρίς να σε υπονομεύσω ούτε στιγμή. Αν όμως δεν το επιθυμείς, στήριξέ με να κάνω την προσπάθεια για το κόμμα μας, χωρίς παιχνίδια».

Δεν χρειάζεται ιδιαίτερη πολιτική εμπειρία για να καταλάβει κανείς ότι ο Κασσελάκης έχει σπρώξει τα πράγματα στο σημείο από το οποίο δεν υπάρχει επιστροφή. Πώς μπορούν να συνυπάρξουν στο ίδιο κόμμα Κασσελάκης και Τσίπρας όταν ο πρώτος καταγγέλλει τον δεύτερο για υπονόμευση και μαύρο χρήμα; Η απάντηση είναι ότι δεν μπορούν να συνυπάρξουν. Ο ΣΥΡΙΖΑ κατευθύνεται με μεγάλη ταχύτητα σε νέα διάσπαση.

Όλα δείχνουν ότι η Κεντρική Επιτροπή της 7ης Ιουλίου θα γίνει πεδίο σκληρής πολιτικής σύγκρουσης. Μάλιστα δεν είναι απίθανο να επαναληφθεί το φαινόμενο των «αγανακτισμένων πολιτών» που αποδοκιμάζουν τους διαφωνούντες, προκειμένου να φτιάξουν κλίμα.