Ελλάδα

Κέλλυ Ιωάννου στο Dnews: Τα social media ως καταλύτης ανήλικων παραβατών - Το κυνήγι για Like και διασημότητα

Κέλλυ Ιωάννου στο Dnews: Τα social media ως καταλύτης ανήλικων παραβατών - Το κυνήγι για Like και διασημότητα Φωτογραφία: PEXELS photo by Karolina Kaboompics
Τα social media διαδραματίζουν σημαίνοντα ρόλο στην διάδοση περιστατικών βίας ανηλίκων - Η Δρ. Ψηφιακής Εγκληματολογίας, Κέλλυ Ιωάννου εξηγεί τις αιτίες.

Το αφιέρωμα του Dnews στο «τσουνάμι» κρουσμάτων βίας ανηλίκων συνεχίζεται, επιχειρώντας να φωτίσουμε τις άγνωστες πτυχές του φαινομένου που εξελίσσεται σε μια επικίνδυνη μόδα μεταξύ των εφήβων με όχημα τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.

Με αφορμή το γεγονός ότι πλέον τα περιστατικά βίας μεταξύ εφήβων βιντεοσκοπούνται και να διακινούνται σε καταιγιστικούς ρυθμούς στα social media μιλήσαμε με την Δρ. Ψηφιακής Εγκληματολογίας, Κέλλυ Ιωάννου, που αποκωδικοποιεί τι σημαίνει αυτή η τάση των εφήβων να καταγράφουν με οπτικοακουστικά μέσα τις βίαιες επιθέσεις τους και να τις «διαφημίζουν» εν πολλοίς σε άλλους συνομηλίκους τους.

«Η σύγχρονη κοινωνία έχει εισέλθει σε μια ψηφιακή εποχή που χαρακτηρίζεται από αδιάκοπη τεχνολογική εξέλιξη και διαρκή συνδεσιμότητα μέσω των κοινωνικών δικτύων. Η τεχνολογία έχει αναμορφώσει τον τρόπο που οι άνθρωποι επικοινωνούν, αλληλεπιδρούν και εκφράζονται, ενώ τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης έχουν ενσωματωθεί σε κάθε πτυχή της καθημερινότητάς μας. Παρά τις αδιαμφισβήτητες ευκολίες που προσφέρουν, τα κοινωνικά δίκτυα έχουν επίσης αποτελέσει πλατφόρμες εκδήλωσης βίας, ειδικά μεταξύ των ανηλίκων, όπου η ανωνυμία και η έλλειψη άμεσων συνεπειών ενισχύουν την παραβατική συμπεριφορά. Η σχέση μεταξύ των κοινωνικών δικτύων και της ανήλικης παραβατικότητας εγείρει σοβαρούς προβληματισμούς, καθώς οι ψηφιακές πλατφόρμες χρησιμοποιούνται όχι μόνο για τη στρατολόγηση και την οργάνωση βίαιων ενεργειών, αλλά και για την επίδειξη δύναμης και την επίτευξη κοινωνικής αποδοχής μέσω επιβλαβών πράξεων.» επισημαίνει η Δρ. Ιωάννου.

Η σύνδεση μεταξύ ανηλίκων και κοινωνικών δικτύων

«Στην εποχή της διαρκούς συνδεσιμότητας, οι ανήλικοι αποτελούν ένα από τα μεγαλύτερα και πιο ευάλωτα κοινά που χρησιμοποιούν τα κοινωνικά δίκτυα. Σύμφωνα με έρευνες, τα ποσοστά χρήσης των social media από εφήβους είναι εξαιρετικά υψηλά, με τις δημοφιλείς πλατφόρμες να λειτουργούν ως βασικά εργαλεία για την κοινωνικοποίησή τους. Ωστόσο, αυτά τα μέσα αποτελούν και ένα έδαφος εκδήλωσης παραβατικών συμπεριφορών, καθώς προσφέρουν μια εικονική πραγματικότητα όπου η βία και η κακοποίηση μπορούν να αναπαραχθούν χωρίς άμεσα αρνητικές συνέπειες για τον δράστη. Η έλλειψη άμεσης φυσικής επαφής μέσω των κοινωνικών δικτύων καθιστά την αλληλεπίδραση απρόσωπη, ενώ η ανωνυμία που προσφέρουν συχνά προκαλεί απουσία ενσυναίσθησης στους ανήλικους θύτες. Αυτή η διαδικασία αποπροσωποποίησης δημιουργεί ένα περιβάλλον όπου η βία και η κακοποίηση είναι πιο πιθανό να εκδηλωθούν, καθώς οι ανήλικοι αισθάνονται ότι δεν θα αντιμετωπίσουν συνέπειες για τις πράξεις τους.» εξηγεί η δρ. Ψηφιακής Εγκληματολογίας παραθέτοντας το πλαίσιο όπου η βία «ανθεί» μέσα στις πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης.

Βία ανηλίκων: Οι θύτες επιζητούν την αναπαραγωγή των video για να «εισπράξουν» αναγνωρισιμότητα

Προς επίρρωση αυτού σημειώνει ότι «Τα κοινωνικά δίκτυα έχουν δημιουργήσει έναν νέο χώρο, όπου η επίδειξη δύναμης και εξουσίας μέσα από τη βία έχει καταστεί μέρος της διαδικτυακής κουλτούρας. Ανήλικοι δράστες χρησιμοποιούν τις πλατφόρμες αυτές για να επιδείξουν τις παραβατικές τους πράξεις, δημιουργώντας ένα κοινό που συχνά θαυμάζει και επιβραβεύει τις ενέργειές τους. Το φαινόμενο αυτό ενισχύεται από την ψυχολογική αίσθηση ότι η διαδικτυακή "επιτυχία" καθορίζεται από τον αριθμό των ακολούθων, των Likes και των κοινοποιήσεων που συγκεντρώνει κάποιος. Η ασφάλεια που παρέχει η ανωνυμία των κοινωνικών δικτύων συμβάλλει περαιτέρω στην εξάπλωση αυτής της συμπεριφοράς. Ανήλικοι δράστες αισθάνονται ότι μπορούν να διαπράξουν βίαιες πράξεις χωρίς να υποστούν συνέπειες, αφού οι πράξεις αυτές εκτελούνται σε ένα εικονικό περιβάλλον. Αυτό το φαινόμενο της "αποπροσωποποίησης" του θύματος κάνει τον θύτη να αισθάνεται αποκομμένος από την πραγματική βλάβη που προκαλεί.

Παράλληλα «η παρουσία συμμοριών στα σχολεία ενισχύεται και από τη χρήση των κοινωνικών δικτύων. Αυτές οι συμμορίες στρατολογούν νέα μέλη μέσω των social media, προσελκύοντας παιδιά που αισθάνονται περιθωριοποιημένα ή αποκομμένα από το κοινωνικό σύνολο. Οι συμμορίες αυτές λειτουργούν χωρίς τον φόβο ποινικών συνεπειών, καθώς η βία που διαπράττουν δεν παρακολουθείται πάντοτε από τις αρμόδιες αρχές ή τους εκπαιδευτικούς.»

O φαύλος κύκλος της βίας στα σχολεία ξεκινά και από την οικογένεια 

Για να κατανοήσουμε πώς τα κοινωνικά δίκτυα ενισχύουν την ανήλικη παραβατικότητα, είναι απαραίτητο να εξετάσουμε τους ψυχοκοινωνικούς παράγοντες που καθορίζουν τη συμπεριφορά των ανηλίκων επισημαίνει η Δρ. Ιωάννου .«Ένας από τους πιο σημαντικούς παράγοντες είναι η οικογένεια. Παιδιά που προέρχονται από δυσλειτουργικά οικογενειακά περιβάλλοντα είναι πιο πιθανό να αναζητήσουν αποδοχή και δύναμη μέσω παραβατικών συμπεριφορών. Όταν ένα παιδί εκτίθεται σε βία ή παρανομία μέσα στο σπίτι, μαθαίνει να αντιλαμβάνεται τη βία ως φυσιολογικό τρόπο επίλυσης προβλημάτων ή ως μέσο για την επίτευξη δύναμης.

Η έλλειψη γονικής επίβλεψης ή η συναισθηματική απόσταση μεταξύ των γονέων και του παιδιού ενισχύουν αυτή την τάση. Πολλά παιδιά που εμπλέκονται σε βίαιες πράξεις μέσω των κοινωνικών δικτύων προέρχονται από οικογένειες όπου οι γονείς είτε δεν είναι παρόντες είτε δεν έχουν τη δυνατότητα να παρέχουν τη συναισθηματική υποστήριξη και τις ηθικές κατευθυντήριες γραμμές που απαιτούνται για την ανάπτυξη ενός ισορροπημένου χαρακτήρα. Στο σχολικό περιβάλλον, τα παιδιά συχνά βρίσκουν αποδοχή μέσα από συμμορίες ή ομάδες που ενισχύουν την ανάρμοστη συμπεριφορά.  Η έλλειψη κατάλληλης καθοδήγησης και υποστήριξης από τους εκπαιδευτικούς, σε συνδυασμό με την απουσία εξειδικευμένου προσωπικού, όπως εγκληματολόγων, ψυχολόγων και κοινωνικών λειτουργών, αφήνει τα παιδιά να διαχειρίζονται τα συναισθήματά τους και τις εμπειρίες τους με τρόπους που ενισχύουν τη βία.»

Ο Ρόλος των «Κοινωνικών Παρατηρητών»

Μια ακόμη σημαντική διάσταση του φαινομένου είναι η παρουσία των «κοινωνικών παρατηρητών». Όπως εξηγεί στο Dnews η δρ. Ιωάννου πρόκειται για «τους ανήλικους που μπορεί να μην συμμετέχουν άμεσα σε βίαιες πράξεις, αλλά παραμένουν θεατές και μάλιστα συχνά ενισχύουν το φαινόμενο με την αποδοχή τους. Η παρακολούθηση και η κοινοποίηση βίντεο βίας αποτελεί μια μορφή έμμεσης συμμετοχής, καθώς διαδίδει το μήνυμα ότι η βία είναι αποδεκτή και ακόμη επιθυμητή σε αυτό το εικονικό περιβάλλον. Αυτοί οι παρατηρητές βρίσκονται πολλές φορές σε μια κατάσταση όπου φοβούνται να αντιδράσουν ή να διαφωνήσουν, καθώς φοβούνται τον αποκλεισμό από την κοινωνική τους ομάδα ή την ίδια τους τη θυματοποίηση. Ωστόσο, η έμμεση συμμετοχή τους, μέσω της αναπαραγωγής και της κοινοποίησης βίαιου περιεχομένου, έχει συνέπειες τόσο για την ψυχολογία τους όσο και για την κοινωνία στο σύνολό της.»

Επιπτώσεις της ανεξέλεγκτης βίας στα Social Media

«Αν η βία στα κοινωνικά δίκτυα παραμείνει ανεξέλεγκτη, οι κοινωνικές συνέπειες θα είναι εκτεταμένες και διαρκείς. Τα social media έχουν τη δύναμη να διαμορφώσουν τις απόψεις και τις αντιλήψεις των νεαρών χρηστών τους, δημιουργώντας έναν φαύλο κύκλο παραβατικής συμπεριφοράς. Οι ανήλικοι που αναπτύσσουν βίαιη συμπεριφορά μέσα από τις πλατφόρμες αυτές είναι πιθανό να συνεχίσουν να λειτουργούν με παρόμοιο τρόπο και στην ενήλικη ζωή τους, οδηγώντας σε μια κοινωνία που αποδέχεται τη βία ως μέσο επίλυσης προβλημάτων και επίδειξης ισχύος» προειδοποιεί η ειδικός κρούοντας το καμπανάκι του κινδύνους προς άπαντες. 

Ερωτηθείσα για το ποιες είναι οι δικές της προτάσεις για την αποτελεσματική αντιμετώπιση του φαινομένου απαντά ότι «Είναι απαραίτητο να εφαρμοστούν στρατηγικές πρόληψης τόσο στο φυσικό όσο και στον ψηφιακό κόσμο. Τα εκπαιδευτικά προγράμματα που προάγουν την ενσυναίσθηση, την κοινωνική ευθύνη και τη διαχείριση συγκρούσεων είναι κρίσιμα για την ανάπτυξη ενός πιο συνειδητοποιημένου και κοινωνικά υπεύθυνου πληθυσμού ανηλίκων. Παράλληλα, η παρουσία ειδικών επιστημόνων, όπως εγκληματολόγοι, ψυχολόγοι και κοινωνικοί λειτουργοί, στα σχολεία είναι απαραίτητη για την παροχή υποστήριξης στα παιδιά που το χρειάζονται περισσότερο.

Επίσης, οι γονείς και οι κηδεμόνες πρέπει να συμμετέχουν ενεργά στη διαδικασία διαπαιδαγώγησης των παιδιών τους, προσφέροντάς τους τα απαραίτητα πρότυπα συμπεριφοράς και την συναισθηματική υποστήριξη που χρειάζονται. Τέλος, οι πλατφόρμες κοινωνικών δικτύων πρέπει να λάβουν πιο δραστικά μέτρα για τον περιορισμό της βίας, όπως η αυστηρότερη παρακολούθηση και η αφαίρεση βίαιου περιεχομένου.

Η βία που εκδηλώνεται μέσω αυτών των πλατφορμών κοινωνικής δικτύωσης δεν αποτελεί μόνο μια ατομική πράξη, αλλά ένα κοινωνικό φαινόμενο που πρέπει να αντιμετωπιστεί συλλογικά, μέσω της εκπαίδευσης, της κοινωνικής υποστήριξης και της νομοθετικής παρέμβασης. Εάν η κοινωνία δεν δράσει άμεσα, κινδυνεύουμε να δημιουργήσουμε μια γενιά ενηλίκων που θα βλέπει τη βία ως το κύριο μέσο αλληλεπίδρασης και επιβολής εξουσίας.»