Διεθνή

Η «καυτή πατάτα» της οικονομίας στις κάλπες του Ιουνίου: Ποιος θα την πληρώσει για το γαλλικό έλλειμμα

Η «καυτή πατάτα» της οικονομίας στις κάλπες του Ιουνίου: Ποιος θα την πληρώσει για το γαλλικό έλλειμμα
Οι κάλπες του Ιουνίου «τρομάζουν» τις αγορές ή δίνουν το άλλοθι για ακόμη μια κούρσα κερδοσκοπίας. Σε κάθε περίπτωση η επόμενη γαλλική κυβέρνηση θα κληθεί να «συμμορφωθεί» με τους δημοσιονομικούς κανόνες του μπλοκ ή απλά θα τα «τινάξει όλα στον αέρα».

Η επόμενη κυβέρνηση της Γαλλίας θα πρέπει να βρει τρόπο να αποφύγει την επιβολή κυρώσεων από την ΕΕ για το δεύτερο μεγαλύτερο έλειμμα της Ευρωζώνης - μια κυβέρνηση που μπορεί κάλλιστα να προέρχεται από το ακροδεξιό RN της Μαρίν Λεπέν αλλά ακόμη κι από το «Νέο Λαϊκό Μέτωπο» της Αριστεράς.

Με το «κέντρο» του Μακρόν να οδεύει προς μια ακόμη εκλογική πανωλεθρία, το οικονομικό πρόγραμμα της Εθνικής Συσπείρωσης ή του αριστερού μπλοκ - τουλάχιστον όσον αφορά την Κομισιόν - δεν προβλέπεται να κάνει τα πράγματα καλύτερα αλλά μάλλον χειρότερα - σημειώνει το Politico.

Υπενθυμίζεται πως την Τετάρτη η Επιτροπή επέπληξε τη Γαλλία, μαζί με την Ιταλία και άλλες πέντε χώρες της ΕΕ, για δαπάνες πολύ πάνω από το ανώτατο όριο του μπλοκ, βάζοντάς τις σε μια διαδικασία επιτήρησης που θα μπορούσε να οδηγήσει ακόμη και σε πρόστιμα. 

Οι νέοι κανόνες του Συμφώνου Σταθερότητας απαιτούν από τις χώρες με υπερβολικά ελλείμματα να τα μειώνουν κατά τουλάχιστον 0,5 μονάδα ετησίως, ενώ προβλέπουν και οικονομικές κυρώσεις 0,1% του ΑΕΠ ετησίως για όσες δεν συμμορφώνονται με τις συστάσεις.

Στο παρελθόν η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει κάνει τα «στραβά μάτια» για τη δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία του μπλοκ, ακόμη και όταν οι δαπάνες της ξεπερνούσαν κατά πολύ τα όρια.

28832180_b729b.jpg

Ο ισορροπίες στο μπλοκ ωστόσο έχουν πια άλλαξει. Η ισχυροποίηση των ευρωσκεπιστικών κομμάτων και η «γκρίνια» των πειθαρχημένων δημοσιονομικά κυβερνήσεων αναγκάζει την Κομισιόν να στραφεί στο δόγμα «περισσότερη ευελιξία αλλά ισχυρότερη επιβολή» - όπως το περιέγραψε την Τετάρτη στους δημοσιογράφους ο αντιπρόεδρος Βάλντις Ντομπρόβσκις.

Η γαλλική κυβέρνηση θα πρέπει πλέον να υποβάλει τον Σεπτέμβριο στην Επιτροπή τον οδικό της χάρτη για το πώς θα βελτιώσει τα οικονομικά της στοιχεία. Μέχρι τότε η χώρα θα έχει κατά πάσα πιθανότητα νέους υπουργούς.

Στο πλαίσιο του χάρτη αυτού, μια χώρα μπορεί να ζητήσει την παράταση της «φάσης προσαρμογής» από τέσσερα σε επτά χρόνια προκειμένου να αμβλυνθούν οι επιπτώσεις των περικοπών, ωστόσο αξιωματούχος του γαλλικού ΥΠΟΙΚ αρνήθηκε την Τετάρτη να πει αν το Παρίσι σκοπεύει να προχωρήσει σε μια τέτοια κίνηση.

Σημειώνεται πως η Επιτροπή θα εκδώσει τις κατευθυντήριες γραμμές της το φθινόπωρο, καθώς το έλλειμμα της Γαλλίας ανήλθε στο 5,5% του ΑΕΠ το 2023 με τις εκτιμήσεις να το θέλουν να συνεχίζει να αυξάνεται τα επόμενα δύο χρόνια. Την ίδια ώρα το χρέος της εκτιμάται στο 112,4% του ΑΕΠ φέτος - το τρίτο υψηλότερο στην Ευρωζώνη.

Η Εθνική Συσπείρωση έχει υποχωρήσει σε ορισμένες από τις πιο ακραίες οικονομικές πολιτικές της, ωστόσο η ατζέντα της περιλαμβάνει περικοπές φόρων, μεγαλύτερες δημόσιες επενδύσεις και μια ξεκάθαρη στροφή προς τον γαλλικό προστατευτισμό.

Η Αριστερά, πάλι, μιλά στο προεκλογικό της πρόγραμμα για αναίρεση της συνταξιοδοτικής μεταρρύθμισης του Μακρόν αλλά και περικοπές ορισμένων δαπανών.

28839286_36d51.jpg

Η γαλλική Le Monde συγκέντρωσε τις βασικές θέσεις των δύο στρατοπέδων εν όψει της πρόωρης κάλπης της 30ης Ιουνίου.

Τι προτείνουν για συντάξεις και μισθούς

Όλα τα αριστερά κόμματα αντιτίθενται στη μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού του 2023, την οποία θέλουν να καταργήσουν. Η πολιτική τους πλατφόρμα πηγαίνει μάλιστα ένα βήμα παραπέρα, στοχεύοντας στην αποκατάσταση του συνταξιοδοτικού δικαιώματος στην ηλικία των 60 ετών. Σχεδιάζουν επίσης να αυξήσουν την ελάχιστη ανταποδοτική σύνταξη στο επίπεδο του κατώτατου μισθού και να αυξήσουν την κατώταση σύνταξη στο επίπεδο του ορίου φτώχειας.

Η ακροδεξιά RN έχει ταχθεί επίσης κατά της αύξησης των ορίων συνταξιοδότησης στα 64 έτη. Ο Μπαρντελά δήλωσε στις 11 Ιουνίου ότι η κατάργηση των ρυθμίσεων Μακρόν δεν θα αποτελούσε προτεραιότητα αν ερχόταν στην εξουσία, ωστόσο μια εβδομάδα μετά «άλλαξε γνώμη» και ισχυρίστησε πως θα «λυθεί» το θέμα τον Σεπτέμβριο.

Ενώ ο αριθμός των εργαζομένων με κατώτατο μισθό έχει αυξηθεί στη Γαλλία κατά σχεδόν 50% μέσα σε δύο χρόνια λόγω του πληθωρισμού, το κόστος ζωής και τα επίπεδα των μισθών αποτελούν βασικό ζήτημα για τα μεγάλα πολιτικά κόμματα.

Η Αριστερά προτείνει την αύξηση του κατώτατου μισθού στα 1.600 ευρώ μηνιαίως, αλλά και την αναπροσαρμογή των μισθών με βάση τον πληθωρισμό. Επιπλέον, προτείνει τη διοργάνωση μιας μεγάλης κοινωνικής διάσκεψης για τους μισθούς και την απασχόληση. 

Για να ενθαρρυνθούν οι εργοδότες να αυξήσουν τους μισθούς, το RN προτείνει την απαλλαγή των αυξήσεων αυτών από τις εργοδοτικές εισφορές, μέχρι το όριο του 10% και μέχρι το τριπλάσιο του κατώτατου μισθού.

28834895_e4ccb.jpg

Ποιος θα την «πληρώσει» για το έλλειμμα;

Η ιδέα της αύξησης της συνεισφοράς των υψηλότερων ειδοδημάτων στον κρατικό προϋπολογισμό έχει κερδίσει την ομόφωνη υποστήριξη της Αριστεράς. Το Νέο Λαϊκό Μέτωπο προτείνει κλιμακωτό φόρο εισοδήματος, αυξάνοντας τον αριθμό των κλιμακίων σε 14, σε σύγκριση με πέντε σήμερα.

Το μπλοκ της Αριστεράς θέλει επίσης να επαναφέρει την φορολόγηση των πλουσίων «με την προσθήκη μια συνεισφοράς για την κλιματική κρίση», αλλά και να καταργήσει «αναποτελεσματικά» και «άδικα» φορολογικά παράθυρα.

Η ακροδεξιά της Λεπέν, από την άλλη, θέλει να αντικαταστήσει τον φόρο ακίνητης περιουσίας με έναν φόρο χρηματοοικονομικού πλούτου. Δεν προβλέπει ούτε γενική αύξηση της φορολογίας ούτε νέους φόρους για τους πλουσιότερους.

Σημειώνεται πως στη Γαλλία - όπως και στην υπόλοιπη Ευρώπη - οι τιμές της ενέργειας έχουν αυξηθεί απότομα από την έναρξη του πολέμου στην Ουκρανία τον Φεβρουάριο του 2022. Η ανακοίνωση μιας νέας αύξησης της τιμής του φυσικού αερίου κατά 11,7% τον Ιούλιο επανέφερε το θέμα στο επίκεντρο της προσοχής.

Η αριστερή πολιτική πλατφόρμα προτείνει την ακύρωση αυτής της προγραμματισμένης αύξησης των τιμών και το «πάγωμα» των τιμών της ενέργειας.

Ο Μπαρντελά, από την άλλη, ισχυρίζεται πως ο καθορισμός μιας «γαλλικής τιμής ενέργειας» που θα βασίζεται αποκλειστικά στην εγχώρια παραγωγή θα έφερνε μειώσεις της τάξης του 30% και του 40% στους λογαριασμούς για τα γαλλικά νοικοκυριά. Η πρόταση ωστόσο χαρακτηρίζεται ως μη ρεαλιστική.