Οικονομία

Σκληρή κόντρα ΓΣΕΕ – ΣΕΒ για τις επενδύσεις, τους μισθούς και τα κέρδη στη μεταποίηση

Σκληρή κόντρα ΓΣΕΕ – ΣΕΒ για τις επενδύσεις, τους μισθούς και τα κέρδη στη μεταποίηση
Για «πόλεμο εντυπώσεων» κατηγορεί η ΓΣΕΕ τον ΣΕΒ, με αφορμή τις τοποθετήσεις του Συνδέσμου που καταφέρονταν ενάντια σε μελέτη του Ινστιτούτου Εργασίας (ΙΝΕ) της Συνομοσπονδίας.

Στη μελέτη γινόταν συγκεκριμένη αναφορά στον κλάδο της μεταποιητικής βιομηχανίας στην Ελλάδα, με την επισήμανση ότι την περίοδο 2010 – 2016, η μείωση του μοναδιαίου κόστους εργασίας κατά 37% δεν χρησιμοποιήθηκε για να μειωθούν οι τιμές των προϊόντων. Έτσι τα κέρδη αυξήθηκαν λόγω μείωσης των μισθών και όχι λόγω αύξησης της ανταγωνιστικότητας. Ο ΣΕΒ με χθεσινό ενημερωτικό δελτίο, απαντούσε στη μελέτη του ΙΝΕ/ ΓΣΕΕ τονίζοντας ότι οι τιμές δεν μπορούν να μειωθούν, επειδή διαμορφώνονται αποκλειστικά στις διεθνείς αγορές, στον τομέα της μεταποίησης. Με νεώτερη ανακοίνωση, η ΓΣΕΕ διερωτάται αν ισχύει κάτι τέτοιο, τότε «ποιος ήταν ακριβώς ο στόχος της πολιτικής της εσωτερικής υποτίμησης; Μονομερώς οι μειώσεις των μισθών των εργαζομένων;

Η αναφορά τους μάλιστα σε Σοβιετικού τύπου θεσμούς (κεντρικός σχεδιασμός), αποκαλύπτει πέρα από άγνοια και την εξτρεμιστική ιδεοληψία των συγγραφέων του δελτίου».

Η ΓΣΕΕ παραδέχεται ότι στη μελέτη απουσιάζει η αναφορά στις επενδύσεις του 2016, που επικαλείται ο ΣΕΒ ότι πραγματοποιήθηκαν από τις μεταποιητικές βιομηχανίες. Όμως τονίζει ότι η μη αναφορά οφείλεται στο γεγονός ότι την περίοδο σύνταξης της μελέτης δεν είχαν δημοσιοποιηθεί σχετικά στοιχεία για επενδύσεις το 2016. Επίσης, ακόμα και έτσι, διαπιστώνεται ότι οι επενδύσεις της χρονιάς εκείνες μόνο κατά το ήμισυ εστιάζουν σε μηχανολογικό εξοπλισμό. Το άλλο μισό αφορά σε κατασκευές. Έτσι τονίζεται ότι η ποιότητα των επενδύσεων παρουσιάζει σημαντική επιδείνωση και κατά το 2016.

Συνεπώς, το ΙΝΕ ΓΣΕΕ επιμένει στην αρχική ανάλυσή του για το σύνολο της μνημονιακής περιόδου: «Οι δραματικές μειώσεις των μισθών στη μεταποιητική βιομηχανία, στο σύνολο της μνημονιακής περιόδου. δεν απέδωσαν τα προβλεπόμενα από τη θεωρία της εσωτερικής υποτίμησης (αντίστοιχες μειώσεις των τιμών, συνακόλουθη αύξηση της ανταγωνιστικότητας και βελτίωση του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών), αλλά μετατράπηκαν σε αυξήσεις των κερδών, οι οποίες δεν συνοδευτήκαν από αξιόλογες αυξήσεις των επενδύσεων πάγιου κεφαλαίου. Η περίοδος της αποεπένδυσης φαίνεται ότι τελείωσε κατά το 2016 μαζί με την διαδικασία της εσωτερικής υποτίμησης. Απομένει τώρα να δούμε ποιο θα είναι το ύψος αλλά και η σύνθεση των επενδύσεων παγίου κεφαλαίου κατά τα επόμενα έτη. Διότι χωρίς μεγάλες και συνεχείς αυξήσεις των επενδύσεων παγίου κεφαλαίου και χωρίς αποκατάσταση της αναλογίας κατασκευών / μηχανολογικού εξοπλισμού υπέρ του δευτέρου στα προ κρίσης επίπεδα, δεν μπορεί να υπάρξει καμία συστηματική προσπάθεια για την βελτίωση της ποιότητας των προϊόντων, της εμπορίας τους, του γεωγραφικού προσανατολισμού των εξαγωγών, και των άλλων παραγόντων που αποκαλούμε «διαρθρωτική ανταγωνιστικότητα». Απομένει να δούμε εάν η βιομηχανική τάξη είναι σε θέση να φέρει σε πέρας ένα τέτοιο σχέδιο ή θα παραμείνει προσκολλημένη στην πάγια και παραδοσιακή άποψή της ότι τα προβλήματα ανταγωνιστικότητας λύνονται με τη διατήρηση του κόστους εργασίας σε χαμηλά επίπεδα».

NETWORK